6.12.16

Από τη Λογοτεχνική Βραδιά εις Μνήμη Μαρίας Καρδαρά

 Δευτέρα, 05 Δεκεμβρίου 2016 17:18

Λογοτεχνική βραδιά για την ποιήτρια Μαρία Καρδαρά στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

 Γράφτηκε από την  
Λογοτεχνική βραδιά για την ποιήτρια Μαρία Καρδαρά στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Ο μεστός λόγος της ποιήτριας κοινωνήθηκε με αισθαντικότητα και φρεσκάδα στο ακροατήριο μέσα από τα χείλη νέων, φοιτητών που αγαπούν και σπουδάζουν τη λογοτεχνία και μάγεψε τις καρδιές των παρισταμένων. Με απαγγελίες ποιημάτων και ανάγνωση πεζών, έδωσαν τον δικό τους τόνο στην εκδήλωση οι φοιτήτριες του Τμήματος Φιλολογίας Αρετή Αγγελή, Αναστασία Γρηγοράτου, Μαρίνα Ζέρβα, Κωνσταντίνα Καλογερίδη, Ειρήνη Τσέλλου και ο φοιτητής του Τ.Ι.Α.Δ.Π.Α. Κωνσταντίνος Μανδέλλος.
Ο Ορέστης Καραβάς επίκουρος καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, μίλησε για τη γνωριμία και την επαφή του με το έργο της ποιήτριας, τονίζοντας την οικολογική διάσταση της ποίησής της. 
Η Μαρία Μαργαρίτη απόφοιτη Μεταπτυχιακού Προγράμματος Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας, παρουσίασε την ποιητική συλλογή «Θρήνος για τη μητέρα μου», την οποία διατρέχει η αρχετυπική παρουσία της Ελληνίδας αγρότισσας μάνας μεταφέροντας παράλληλα την εικόνα της ποιήτριας, όπως την είχε ζήσει στο Κατσαρού Μεσσηνίας.
Ο Κωνσταντίνος Κωστέας απόφοιτος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, παρουσίασε στο κοινό την ποιητική συλλογή «Αίολος », παραλληλίζοντάς την με ένα μουσείο ελληνικότητας απ’ όπου ξεπηδούν αγάλματα θεών, κίονες, Καρυάτιδες και ζωοφόροι αναδεικνύοντας την Ελλάδα που νοσταλγούμε.
Για το σπαρταριστό μικρό μυθιστόρημα «Σετλά» -μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής- μίλησε η φιλόλογος Φωτεινή Βασιλοπούλου μεταπτυχιακή φοιτήτρια Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας, ομοιάζοντάς το με τοιχογραφία της κοινωνίας της υπαίθρου παλαιότερων εποχών.
Την εκδήλωση επιμελήθηκε και συντόνισε η φιλόλογος και ποιήτρια Γιώτα Αργυροπούλου, η οποία γνώρισε την ποιήτρια και συνδέθηκε μαζί της, επισημαίνοντας ότι σε αυτό το έργο, το οποίο είναι πολύπλευρο και εν πολλοίς ανεξερεύνητο, δεν αξίζει η λήθη.
Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο δήμαρχος Οιχαλίας κ. Σταθόπουλος, ο πρόεδρος της Τ.Κ. Κατσαρού κ. Σταυρόπουλος, ο πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Κατσαρού κ. Τράγος, ο πρόεδρος της Μεσσηνιακής Αμφικτιονίας κ. Μπαζίγος, ο πρόεδρος και μέλη της Ενωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων, η σχολική σύμβουλος Φιλολόγων κ. Σταθοπούλου, η σχολική σύμβουλος Πληροφορικής κ. Σπάλα. 
Η εκδήλωση αυτή δίνει το έναυσμα για τη διάσωση, διερεύνηση και προβολή του άγνωστου εν γένει αλλά σημαντικού έργου της ποιήτριας Μαρίας Καρδαρά, μέρος του οποίου βρίσκεται αναρτημένο στο ιστολόγιο http://karthara.blogspot.gr/

30.11.16

Λογοτεχνική Βραδιά για το Έργο και τη Μνήμη της Ποιήτριας Μαρίας Καρδαρά

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

          Το Τμήμα Φιλολογίας του Παν/μίου Πελοποννήσου διοργανώνει λογοτεχνική βραδιά αφιερωμένη στο έργο και τη μνήμη της ποιήτριας Μαρίας Καρδαρά.



 H εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο Αμφιθέατρο της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών «Νικόλαος Πολίτης», την Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016 και ώρα 7.00 μ.μ.
         
       Συμμετέχουν οι φιλόλογοι:
                   Γιώτα Αργυροπούλου
                   Φωτεινή Βασιλοπούλου
                   Ορέστης Καραβάς
                   Κωνσταντίνος Κωστέας
                   Μαρία Μαργαρίτη
        
      Αποσπάσματα από το έργο της θα διαβάσουν φοιτητές από τη θεατρική ομάδα της Σχολής. 

15.11.16

ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ



Στον Ορέστη Καραβά

ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ
κληρονομιά η ραδιενέργεια
            ΡΟΜΠΟΤ ΤΡΑΒΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ον μέγεθος μας βλέπει σε μέγεθος μύγας
ή μέγεθος μηδέν.
Δεν είναι ον σίδερο. Φορεί φακούς
των ελαχίστων.
Ο διαλυμένος απορεί που δεν μας βλέπει
πιο μικρούς ή δεν μας βλέπει.
Και αυτός ο κλειδωμένος σε στολή
από ατσάλι
τόσο βαρύς στα νέφη.
Κάμε πέρα τη σιδερόφραχτη στολή
τη μάσκα με την προβοσκίδα.
Ποιο το τρελό;
Να μην ήξερες ζούσες
και να ήξερες πέθαινες.
Ερευνητές πυρηνικοί
και σκοτωτές
αηδιάσαμε τον από μίμηση θάνατο.
Τρέχουν τα δέντρα
χάνονται.
Ο ίσκιος τους κυλάει
στο σκοτάδι
ρέει ο αφανισμός.
Αναδύονται τα υποχθόνια.
Τα κόκαλα γυρίζουν αδειανά.
Οι σκελετοί κρατούν στα χέρια
τα κρανία τους.
Οι σκελετοί πετάνε τα κρανία τους
στον ύπνο των πυρηνικών.
Φτου! τους λένε φτου!
δεν έφκιασαν ούτε μια μαργαρίτα
ζωντανή και παίρνουν τα βραβεία
αυτοίνοι που σκοτώνουν τη ζωή.
Ένα αυγό τσακίζεται στο σκότος
χύνεται το ασπράδι και ο κρόκος
στον φαρμακωμένο κόσμο.
Ρομπότ τράβα φωτογραφίες!!
Φωτογραφίες!! φωτογραφίες!!
                                                (πριν χρόνια)



ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ
κληρονομιά η ραδιενέργεια
ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ!
Νεβάδα, Χιροσίμα, Ναγκασάκι, Τσερνόμπιλ,
και τα κρυφά θανατηφόρα τοκογλύφων και κερδοσκόπων.

            ΟΥΚ ΑΝΕΥ ΠΛΕΟΝ ΟΥΚ ΑΝΕΥ

Περίκαλλε ήλιε,
η εξουσία ζητάει την ανοχή μας.
Συνεχίζουμε την ανοχή μας.
Εμείς οι φυσιολάτρες οι επιφανείς
των πελμάτων
κοπάδι είμαστε και πάμε στην πυρά.
Αν η πυρηνική μας εποχή
δεν είναι ο ευτελισμός της επιστήμης
αν ο χαλασμός του νερού, του ουρανού
και του αέρα
δεν είναι η αρχή των μίζερων αιώνων,
ο δράκος ήταν το στοιχειό;
Ουκ άνευ πλέον - ουκ άνευ.
Πυρηνικοί απελπισμένοι
τέρατα δίχως μέση
με την παράλυτη στον ώμο.
Με την παράλυση.
Ποιος ξέρει πια τι χάνει με τον ύπνο...
Ποιος ξέρει πια τι χάνει με τον θάνατο.
Δυσεύρετοι νεκροί!
                                                (πριν χρόνια)


            ΑΠΝΟΙΑ
ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ
ΑΙΩΝΕΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΕΣ

Η περιπέτεια των πουλιών:
δεν κελαηδάνε σκοτωμένα τα πουλιά.
Στις ακτές των ωκεανών
τα πουλιά των κυμάτων
τα έλουσε μαύρη σκιά το μαζούτ.
Κόλλησαν τα λιωμένα φτερά,
τα πουλιά θαμμένα ζωντανά
οι κραυγές τους ταράζουν
τους πνιγμένους, σε αυτούς που περπατάνε
τυφλοί στους βυθούς και κλαίνε.
ΚΟΙΝΟΣ ΤΑΦΟΣ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ
Οι παντός είδους δουλέμποροι
πνίγουν τους πρόσφυγες. Καΐκια - πλοία
με φορτία θανάτου.
Τους έθαψαν ζωντανούς στα βάθη.
Λίγο ακόμα θα πνιγή και το νερό.
Κακές ειδήσεις ο πηχτός αέρας.
ΑΠΝΟΙΑ!
Μαραίνονται τα δέντρα.
Οι ρύποι σκοτεινιάζουν το φως.
Ω, Δόκτορες!
Ω, Ερυσίχθονες!
ΑΙΔΩΣ!
                                                9 - 2015


ΣΩΣΕ ΤΟ ΝΕΡΟ

Ω, Μήστρα!
μεταμόρφωσε αυτή την τερατώδη
αρχιτεκτονική,
αυτόν τον όγκο - σπίτι που τσακίζει
την θέα και τις καρδιές,
ω, Μήστρα!
σε σπίτια όμορφα πολιτισμού
και του ευ ζην.
Ω, Μήστρα!
Ω, Μήστρα!
μεταμόρφωσε αυτούς τους όγκους
των θαλασσών,
τα τερατώδη πλοία
σε μικρά καραβάκια που αγκαλιάζουν
τα κύματα.
Ω, Μήστρα!
σώσε τα παγόβουνα. Μεταμόρφωσε
τις πέτρες
σε πηγές.
Βγάλε νερό από την πέτρα.
Ω, Μήστρα σώσε το νερό.

                                                9 - 2015

13.11.16

Τρία Ποιήματα

Δημοσιεύτηκε 16 Ιουνίου 2015  στο Περιοδικό ΔΙΑΣΤΙΧΟ



ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ
Γλυκό μου πρόσωπο πολυαγαπημένο αβοήθητο
στις αλλεπάλληλες ριπές
και τα ραγδαία γεγονότα
σε κόβουν κομμάτια
τρέχεις αιμόφυρτος
και πέφτεις στο τραπέζι των θεών
στρωμένο για το δείπνο
έτοιμοι όλοι
για το μακάβριο θέαμα.
Σαν άνθρωπος δεν αντέχω
ούτε σαν άλλο ζο.

ΑΝΤΕΧΩ
Από πόνο μεγάλο υποθάλπω άχωρον χθόνα
με τριαντάφυλλου μύρο
και συνέρχομαι σα βουή
σε όλους τους τόπους τους μακρινούς
και τους ξεχασμένους
και αντέχω
αντέχω με άνοια
την τραγική συνείδηση του όντος
αντέχω την ορφική φιλομάθεια
να πω τ’ όνομά σου
και το χέρι του σκελετού
μου κλείνει το στόμα.
ΑΚΟΜΑ ΜΙΑ ΠΥΡΑ
Η αγχώδης αναμονή των λαών
η αρπαγή της φωτιάς με τα όπλα
υψωμένος βωμός ο μαύρος χρυσός
στις σπηλιές του χύνεται αίμα
κι ενώ συνεχίζεται του πολέμου
το βάρβαρο δόγμα
φανατικοί απαιτούν
ακόμα μια πυρά για τον Σαβαναρόλα
με κάποια σφίξη της διαφώτισης μαθαίνω.

Κριτική Αντώνη Φωστιέρη

Περιοδικό Λέξη Τεύχος18 
Μαρία Καρδάρα: «Θρήνος για τη μητέ­ρα μου». Αθήνα, 1981.

Θάνατος είναι η ακαριαία και οριστική ακύρωση κάθε πιθανότητας. Η  οδύνη που προέρχεται από την απώλεια ενός προσώπου εντείνεται και κορυ­φώνεται από την (αστραπιαία) συνειδητοποίηση πως η απώλεια αυτή δεν είναι γεγονός του παρόν­τος, αλλά αφορά — με τρόπο ακαταμάχητο — το μέλλον σ όλο του το φάσμα: η απουσία μπορεί να γίνει στο εξής διαρκώς παρούσα, και μάλιστα η ύπαρξή της μπορεί τώρα να είναι ακόμα πιο αισθη­τή και πολυσήμαντη, καθώς η κάθε στιγμή γίνε­ται το εκτροφείο άπειρων ταυτόχρονα υποθετικών πιθανοτήτων και δυνατοτήτων — άκυρων όμως και ανίσχυρων να επαληθευτούν στη θλιβερή σκηνούλα της πραγματικότητας.
Αλλά και η ποίηση, τί περισσότερο (ή τί λιγό­τερο) είναι, παρά πλασματική βίωση (και όχι, πο­τέ, αναβίωση) κάποιων δυνατοτήτων, που η ίδια η πραγματικότητα δείχνει έτοιμη με χλευασμό να ακυρώσει; Και, αν ο θρήνος είναι η ενστικτώδης, όσο και ανώφελη, αντίδραση μπροστά στο αδήριτο του βιολογικού θανάτου, έτσι και η ποίηση (όποια κι αν είναι η θεματική της ή οι τόνοι της φωνής της) είναι πάντα η απελπισμένη αντίδραση μπρο­στά σ έναν άλλο, αόρατο — αλλά και τόσο ορατό —, εσωτερικό θάνατο.

Ο «Θρήνος για τη μητέρα μου» της Μαρίας Καρδάρα εκδόθηκε μέσα στο 1981 και, απ όσο του­λάχιστο ξέρω, ειν' ένα βιβλίο που πέρασε εντελώς απαρατήρητο. Άλλωστε, σε πρώτη ματιά, έχει όλα τα «προσόντα» για κάτι τέτοιο: μια μικρή πλακέτα 48 σελίδων, με «επαρχιακή» εμφάνιση, άχρωμο εξώφυλλο, χωρίς τα διάσημα κανενός εκ­δοτικού οίκου, κι ακόμα, μ ένα τίτλο τόσο περιορι­στικό και σχεδόν απωθητικά αφελή στην εντιμό­τητά του όπως περιοριστική και αφελής μπορεί να φαίνεται και η πρόταξη της ολοσέλιδης φωτογραφίας της χαμένης μάνας, με το τσεμπέρι της και το επίσημό της ύφος — μια από κείνες τις κλασικές φωτογραφίες που ρετουσαρισμένες άτεχνα και κορνιζαρισμένες, συναντάμε συχνά στο σαλονάκι των χωριάτικων σπιτιών. Κι όμως, σε τούτα τα κακοτυπωμένα χοντρά φύλλα του βιβλίου της Μ.Κ. βρίσκεται χυμένη μια μεγάλη μάζα ποίησης — πολύ μεγαλύτερη απ όση σε πάμπολλα βιβλία γνωστών και δόκιμων...
Το επίτευγμα της δεν οφείλεται βέβαια στην πρωτοτυπία της έμπνευσής της – η ελεγεία είναι το αρχαιότερο είδος ποιητικού λόγου και εκείνο με την πλουσιότερη σοδειά στους αιώνες. (Παρόλ αυτά, αξίζει να προσέξουμε πως, μολο­νότι η προαποβίωση των γονιών είναι ο συντριπτι­κός κανόνας, στην ποίηση φαίνεται να υπερτερούν οι θρηνητικές ωδές γονιών για το θάνατο των παι­διών τους, είτε αυτές πηγάζουν από εμπειρία δρά­ματος προσωπικού — όπως είναι λ.χ. η περίπτωση του Παλαμά, του Ζαλοκώστα, της Μυρτιώτισσας —, είτε από θρησκευτικά ή ιστορικά γεγονότα — ας θυμηθούμε πρόχειρα τους «Πόνους τής Πανα­γιάς» τού Βάρναλη ή τον «Επιτάφιο» τού Ρίτσου —, για να μην αναφερθούμε καν στο δημοτικό τρα­γούδι, όπου το μοιρολόι της μάνας υπερκαλύπτει κάβε άλλη οιμωγή).
Ο «θρήνος για τη μητέρα μου» είναι το ανά­πτυγμα του πρωτογόνου ωχ μπροστά στο συγκεκρι­μένο θάνατο, στο συγκεκριμένο νεκρό, στη συγκε­κριμένη μάνα- έτσι, ξεκινώντας από ένα στέρεο και αμετακίνητο βιωματικό πυρήνα, ο στίχος κου­βαλάει όλη τη θέρμη της παραφοράς αλλά, πιο πολύ, την αίσθηση της ερήμωσης, τον κρύο αέρα του ίδιου του θανάτου: αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία κι αυτό που ανάγλυφα προβάλλεται είναι η ολική έκλειψη του αγαπημένου προσώπου, όχι η συγκίνηση που προκαλεί στους εναπομείναντες. Η ανενδοίαστη απεικόνιση του καθαρού αισθήματος φτάνει εδώ σε μια έκφραση «αντι-αισθηματική» και αντιλυρική, εγκυμονεί — και γεννά — ένα λόγο σπάνιας διανοητικότητας.

Απαθής των κτηνών η διασκέδαση,
των θυμάτων η νόηση
μέχρι κει
που την κόβουν τα δόντια.
Τα νερά
περιβάλλουν τα κήτη,
ουρανοί
περιβάλλουν τα όρνια.
Διψάνε και πίνουν
του ματιού τους το αίμα.
Ο αέρας ο διάφανος
εκκολάπτει κρυφά
το πρωτόγονο ωχ,
με βρωμιές και αρώματα.
Το φως εμποδίζει
των νεκρών την επίσκεψη.

  Η παραληρηματική φορά του ποιήματος (για­τί, στην πραγματικότητα, ολόκληρο το βιβλίο ειν ένα μονοκόμματο ποίημα, όσο κι αν η μορφή του μπορεί να το δείχνει σα σύνθεση) αντισταθμίζε­ται από την ενστικτώδη αποφυγή κάθε περιττού διακοσμητικού στοιχείου, κάθε ανώφελου, κωμικο­τραγικού μελοδραματισμού.
Μίλησα παραπάνω για ελεγεία - όμως, ο βημα­τισμός της ποίησης της Μ.Κ. ανακαλεί περισσό­τερο στη μνήμη ήχους από κομμό αρχαίας τραγω­δίας ή, άλλοτε πάλι, την αυστηρή γλώσσα εγκω­μίων εκκλησιαστικών. Η δωρική λιτότητα του ύφους και η ακρίβεια του παρακολουθούν πιστά τις παλινδρομήσεις ενός εκκρεμούς που κυμαίνεται από την εξουθένωση της ταπείνωσης («Εγώ η Μη­δέν/που με σβήνει η άπνοια/καί την αίσθηση χά­νω,/σε κόσμο νεκρό περιφέρομαι») ως την οργή και την βλασφημία Άτρωτος λόγος δεν είναι;/άστον να χτυπιέται και να πατιέται./Θεός δεν είναι;/ άστον να πεθάνει!»), από την πλήρη παραίτηση («Ας μη χτυπούν την πόρτα μας/με φώτα οι ημέ­ρες») ως τη δίψα του θαύματος θα τρελαθώ να σ' αναστήσω!/θα είσαι βελανιδιά/και θα σε λέω Μητέρα»). Οι εφιαλτικές φαντασιώσεις που προ­καλεί η ανυπόφορη ένταση του πόνου αποτυπώνον­ται εδώ με την πειθώ του πραγματικού συμβάντος, υπερβαίνοντας την «καλολογική» χρήση της με­ταφοράς. Οι συμβολικές εικόνες, οι παρομοιώσεις, οι προσωποποιήσεις, ακόμα και οι υπερβολές, είναι τόσο διάφανες, ώστε η λειτουργικότητα τους υπα­κούει μάλλον σ' ένα πάθος καταγραφής παρά σέ κά­ποιους αορίστους κανόνες αισθητικής τελείωσης. Και όλο άλλωστε το ποίημα στοχεύει μάλλον στην προβολή μιας αλήθειας παρά ενός κάλλους.

Οι νεκρώσιμες ακολουθίες
των φυτών
πρόβαλαν
από ραγισμένους τοίχους,
έσταζε μούχλα το έλεος
του πρόσκαιρου
ή τού αναπόφευκτου.
Τα σκοτεινότερα ηχεία
«η γαλήνη του θανάτου,
η γαλήνη του τάφου»
ήχησαν για τα ζώα.
Τα σφαγμένα παγώνια
φώναζαν απελπισμένα.
Τα πολύχρωμα φτερά τους
τίναζαν ήχους από αίμα
αποκλειστικά αθώους.
Οι σύγχρονοι ήχοι
έκοβαν τίς ρίζες τους
ψηλότερα,
ένα είδος λαμπερής αφάνειας.

   Εκείνο που κυρίως θέλω να επισημάνω στην περίπτωση αυτού του βιβλίου (που δεν ξέρω καν αν είναι το πρώτο της Μ.Κ. ή αν έχουν προηγηθεί κι άλλα που την ύπαρξη τους αγνοώ) είναι η κατά­χτηση μιας γλώσσας καθαρά ποιητικής, που φαί­νεται να μην την έχει προσβάλει καθόλου ο σκόρος της φιλολογικότητας και της ναρκισσιστικής λεξι-θηρίας, αλλά και που ταυτόχρονα ξεπερνάει τον κίνδυνο της περιγραφικής της χρήσης, κίνδυνο κε­φαλαιώδη. Όταν έχεις να κάνεις μ ένα τέτοιο δυνατό πάθος «Ιδιωτικής χρήσεως», δύσκολο να το περά­σεις σαν κλίμα στον αμέτοχο αναγνώστη. Η Μ.Κ. κατέχει μια ειδική ικανότητα σωστής «ψύχρανσης» και «σκλήρυνσης» του διάπυρου υλικού της, με τρόπο τέτοιο που να μπορεί να το σμιλέψει σε έργο τέχνης. Δύσκολα θα μπορούσαμε, μέσα στο σύνολο της σύγχρονης «υπαρξιακής» ή «ουσια­στικής» — αλλά και αφόρητα «λόγιας» στο μεγα­λύτερο της μέρος — ποίησης, να ξεχωρίσουμε πολ­λά κομμάτια τόσο πειστικά και αφοπλιστικά ειλικρινή, όπως είναι ο «θρήνος» της Μ.Κ. Ίσως μια τέτοια διαπίστωση να φαίνεται υπερβολική και άδικη στη γενικότητα της. Όμως είναι λίγες, ελάχιστες, οι φορές που συναντάμε λόγο νοηματι­κά κατορθωμένο, με εκτινάξεις οντολογικής υπέρ­βασης, με πυκνώματα αποφθεγματικά, κι αυτά όλα, όχι να φυτρώνουνε λειχήνες στο βράχο ενός άνυδρου εγκεφαλισμού, αλλά να τα ποτίζει ένα αί­σθημα πλούσιο, δίχως αναστολές και φράγματα τεχνητά.

Αντώνης Φωστιέρης

18.10.16

Kάιν και Άβελ


Δημοσιευμένο στη  
Θρησκευτική Ανθολογία Ποίησης του Σήφη Κόλια
τόμος τρίτος, 1973


Ο Κάιν είναι ο αδερφός που σκότωσε·
για τον Άβελ τίποτα δε μάθαμε·
μα κάποτε στις συναναστροφές μας
θαρρούμε πως τον βλέπουμε. Τότε
ανοίγουμε την αγκαλιά μας και φωνάζουμε
Άβελ! Άβελ! πού είσαι Άβελ;
και κείνος γυρίζει κατά μας χαμογελώντας
και μας λέει: «Είμαι ο Κάιν, δε με
γνωρίζετε; Είμαι ο Κάιν! Ιδού το
δαχτυλίδι, το μαστίγιο, και η σφραγίδα.
Ιδού, εγώ, δικάστε με». Και μείς, στην
παραζάλη ορμάμε κατά πάνω του και
τον σκοτώνουμε. Και κείνος πριν πεθάνει
γυρίζει κατά μας χαμογελώντας και μας
λέει: «Είμαι ο Άβελ! Δε με γνωρίζετε;
Είμαι ο Άβελ! Ιδού το πρόσωπό μου
πληγωμένο, η καρδιά μου πληγωμένη...
Ιδού το δάκρυ μου».

11.10.16

Πέτρες Χρυσές και Κουρέλια

Σε μορφή ebook στο τέλος της σελίδας

14.8.16

Θρήνος για τη Μητέρα μου

Σε μορφή ebook στο τέλος της σελίδας

 

20.6.16

Πέρασαν έξι μήνες .....



" Πέρασαν κιόλας έξι μήνες . . .

Σήμερα σου έστειλα λουλούδια, 
ελπίζω να τα λάβεις. 

Είμαι σίγουρος ότι 
θα απαγγέλλεις στον Αρθούρο Ρεμπώ 
τα δικά σου ποιήματα και 
τα ποιήματα των ποιητών που αγάπησες πιο πολύ, 
του Όμηρου, του Σολωμού και του Ρίτσου.

                             Ο ανηψιός σου Σταύρος,  9. 6. 2016     

26.3.16

Λεηλασίες

Σε μορφή ebook στο τέλος της σελίδας

16.3.16

Τα Κουκλάκια

Σε μορφή ebook στο τέλος της σελίδας