19.7.13

Σε Ωραίο Ποτάμι

Ωραίο ποτάμι του ουρανού
μαζεύεις άσπρα σύννεφα και ρόδινους αχινούς
να χτίσης την πόλη
Στις πηγές των αιώνων να χτίσης την πόλη
                         
Την Πόλη την Ιστορική και την Αιχμάλωτη
σήκωτη με το χώμα
Σπάσε τη φυλακή να βγη από το βούρκο
σαν φωτεινή επιγραφή στον ήλιο
                         
Στην ωραία θέα του κόσμου
οδήγησε το γένος των ανθρώπων
να απορροφήση η αιθρία τις φονικές επεμβάσεις 
να πλυθούν τα αίματα της ιστορίας
Ειρήνη στην πόλη  Ειρήνη στον κόσμο
Στο χαμόγελο των ανθρώπων
στους γλυκούς χυμούς του μήλου
να χτίσης την πόλη
Το φως σου φωτίζει τις εποχές
Στις αγγελίες της μουσικής να χτίσης την πόλη
                         
Ανύψωσε την πόλη σου από νερό και κρύσταλλο
Σε υποδέχονται αυτοί που διψάνε
και σε υμνούν οι ενώσεις σου
Δος μου το νερό να ξεδιψάσω το αδιέξοδο
της σκέψης μου
Δος μου τη συντροφιά σου τα μεσάνυχτα
όταν ξυπνάει η τρομαγμένη φωνή
                         
Με μαγεύει η θέα της κατοικίας σου
όταν πλέεις μέσα στο φως
Συνεπαίρνει το νου μου το ωραίο ταξίδι
Γιατί πρέπει και ο νους να ταξιδεύει
με το μονόξυλο
Να ξαναβρεί τις προϊστορικές αφές
τις μυθικές φιλίες με τ΄αστέρια
Κι ας κλάψει με λυγμούς αν προκαλεί
ένα μοιραίο θέαμα όπως
τα θαύματα του χάους
έπνιξαν το παπάκι στην ακροποταμιά
Έμεινε ένα πουπουλάκι
από απροσεξία του θηρίου
Στοίβες εικόνες οστά και κοκκαλάκια
ίχνος DNA ο δόκτωρ θα μας ερευνήση
ο δόκτωρ θα μας . . . προστατέψει
ή με το πουπουλάκι . . .
ή με το θηρίο . . .
                         
Είναι ένα ψύχος δίκοπο μαχαίρι όπου
χαράζει κόβει φέτες
το γνωστικό  αλά περσόνα
πριν απ το δέρμα και τον πόνο
πριν απ το κόκκαλο της μνήμης 
που γλύφει σα σκυλί η σκέψη
Ο δόκτωρ θα μας . . .προστατεύσει
                         
Ένα μοιραίο θέαμα των θρήνων:
ο πληγωμένος Άδωνις στα χέρια της θεάς
πεθαίνει
 Κλαίει με αναφιλητά η καλλονή του Αρχιπελάγους
Το δάκρυ της σμιλεύει τη μορφή του
στην καρδιά της
Είναι η μορφή του ψύχωση του μαγικού και
του ανίατου
Δεσμός μαινόμενος!
                         
Παντού το νερό ζητά η ακοή μου
στη φλέβα του ενστίκτου και της μοίρας
το νερό που θηλάζει η δελφίνη στα πέλαγα
Και ενώνουν το χώρο οι ακτίνες στο δέρμα
Αρμονία το νερό που κυλάει στο αίμα
Συρροή μενεξέδων οι νοήμονες ύλες
να βρουν την οντότητα οι μορφές και τα πάθη
Και αστέρια λαμπρά
στους κυματώδεις καθρέφτες
πλάθουν τον άνθρωπο, πλάθουν τη μνήμη
                         
Πρώτη αφή ήταν νερό στην ακοή μου
το πρώτο χτύπημα του εφιάλτη στην πλάτη
Υπόκωφο χτύπημα
Το ερπετό μέσα στο κέλυφος
Στο ίδιο κέλυφος, ο υποδόριος χρόνος
και η αρχή αυτής της επίσκεψης
στο έκπληκτο Σύμπαν
Αυτή η επίσκεψη που κανένας δεν θέλει
να τελειώσει
αλλά . . . όπως το είπε ο σάτυρος
Στον πλάνητα κύκλο
παντού το νερό ζητά η ακοή μου
το νερό της βροχής
το νερό που κυλάει στο ποτάμι
                          
Ωραίο ποτάμι του ουρανού
σε ακολουθώ από μια όχθη του κενού
Δε θα φωνάξω γύρισε!
Είσαι ποτάμι που κυλάς τα πεπρωμένα

Και το νερό είναι ένα πεπρωμένο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου